księga

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

księga < książka

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈcɕɛ̃ŋɡa/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

księga (pl) θηλυκό

  1. μεγάλο και ογκώδες βιβλίο
  2. η βίβλος, το σύνολο εγγράφων ή κειμένων συγκεντρωμένων σε ένα βιβλίο

Συγγενικά[επεξεργασία]