mole
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
mole
(en)
ελιά
(κηλίδα του δέρματος)
τυφλοπόντικας
πληροφοριοδότης
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Ουσιαστικά (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
Ænglisc
العربية
Asturianu
Azərbaycanca
Български
Brezhoneg
Català
Čeština
Dansk
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
Euskara
Suomi
Français
Galego
Hrvatski
Magyar
Հայերեն
Bahasa Indonesia
Ido
Italiano
Jawa
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Lëtzebuergesch
Limburgs
Lietuvių
Latviešu
Malagasy
Македонски
മലയാളം
မြန်မာဘာသာ
Nāhuatl
Nederlands
Norsk
Occitan
Oromoo
Polski
Português
Română
Русский
Sängö
Srpskohrvatski / српскохрватски
Simple English
Shqip
Svenska
Kiswahili
தமிழ்
తెలుగు
Tagalog
Türkçe
اردو
Tiếng Việt
Walon
中文