out of the box
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
out of the box (en)
- (ιδιωματισμός, λογισμικό) χαρακτηρισμός για προϊόν (συνήθως για λογισμικό) που είναι «έτοιμο για χρήση» αμέσως μετά την αγορά του
- Άλλη γραφή: out-of-the-box
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Out of the box (feature) στην αγγλική Βικιπαίδεια