paradigmatic

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

  1. που αφορά αλληλοαποκλειόμενη ρήτρα συσχετίσεων ομάδας
  2. πρότυπος

Ρουμανικά (ro)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

paradigmatic (ro)

  1. (γλωσσολογία) παραδειγματικός