prairial

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

prairial < prairi(e) (λιβάδι) + -al

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

prairial (fr) αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • prairial στη γαλλική Βικιπαίδεια Λήμμα στη γαλλική Βικιπαίδεια

Πηγές[επεξεργασία]