reflektiĝi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- reflektiĝi < reflekt(i) + iĝi
Ρήμα[επεξεργασία]
ρήμα reflektiĝi | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | reflektiĝas | reflektiĝanta | reflektiĝata |
αόριστος | reflektiĝis | reflektiĝinta | reflektiĝita |
μέλλοντας | reflektiĝos | reflektiĝonta | reflektiĝota |
υποθετική | reflektiĝus | - | - |
προστακτική | reflektiĝu | - | - |
reflektiĝi (eo)