rifuziĝinta
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
rifuziĝinta
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
rifuziĝinta (eo)
- αόριστος της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος rifuziĝi
rifuziĝinta
rifuziĝinta (eo)