sexting

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

sexting < συμφυρμός των sex + texting (διακίνηση μηνυμάτων κειμένου)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

sexting (en)

Σημειώσεις[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • sexting στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια