suicider
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
suicider (fr)
- (pronominal: αντωνυμικό) αυτοκτονώ
- il s'est suicidé à trente ans - αυτοκτόνησε στα τριάντα του
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη suicide