switching
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
switching (en)
- η αλλαγή γραμμής (σιδηροτροχιάς) σε τραίνου
- η μεταγωγή
- (δίκτυο υπολογιστών) μεταγωγή
switching (en)