trade balance
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
trade balance (en)
- (μόνο ενικός, οικονομία) άλλη μορφή του balance of trade
trade balance (en)