Ψαρής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ψαράς
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ψαρής οι Ψαρήδες
      γενική του Ψαρή των Ψαρήδων
    αιτιατική τον Ψαρή τους Ψαρήδες
     κλητική Ψαρή Ψαρήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Ψαρής < ψαρής (σταχτής, με γκρίζο τρίχωμα)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /psaˈɾis/

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Ψαρής αρσενικό