πάγων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈpa.ɣon/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πά‐γων
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]πάγων αρσενικό
- γενική πληθυντικού του πάγος