ρήγισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ρήγισσα οι ρήγισσες
      γενική της ρήγισσας
    αιτιατική τη ρήγισσα τις ρήγισσες
     κλητική ρήγισσα ρήγισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ρήγισσα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ρήγισσα < ρήγ(ας) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈɾi.ʝi.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ρή‐γισ‐σα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ρήγισσα και ρήγαινα θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

συμπληρώνουμε αν υπάρχει ιδιαίτερη λαϊκότροπη ή λογοτεχνική λέξη για τη βασίλισσα
για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε βασιλιάς

Αναφορές

[επεξεργασία]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ρήγισσα, λέξη του 5ου, 6ου αιώνα < αρσενικό ρήξ, ρηγ- (όπως και ρήγ(ας)) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ρήγισσα θηλυκό

Κλιτικοί τύποι

[επεξεργασία]

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]