ραδιοδιόπτευση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ραδιοδιόπτευση οι ραδιοδιοπτεύσεις
      γενική της ραδιοδιόπτευσης* των ραδιοδιοπτεύσεων
    αιτιατική τη ραδιοδιόπτευση τις ραδιοδιοπτεύσεις
     κλητική ραδιοδιόπτευση ραδιοδιοπτεύσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, ραδιοδιοπτεύσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ραδιοδιόπτευση < ραδιο- + διόπτευση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ραδιοδιόπτευση θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]