Εὔξεινος Πόντος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Εύξεινος Πόντος

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Εὔξεινος Πόντος < εὔξεινος & πόντος κυριολεκτικά: φιλόξενος πόντος (ευφημισμός) < αρχικός όρος: Ἄξεινος / ἄξεινος πόντος (αφιλόξενος πόντος). Δείτε τις λέξεις ἄξεινος (περσικής προέλευσης) και πόντος

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

Εὔξεινος Πόντος αρσενικό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.