αλληλοκεντρικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αλληλοκεντρικός < αλληλο- + κεντρικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.li.lo.cen.dɾiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αλ‐λη‐λο‐κε‐ντρι‐κός
Επίθετο
[επεξεργασία]αλληλοκεντρικός, -ή, -ό
- (νεολογισμός) που τοποθετεί στο κέντρο του ενδιαφέροντος και της προσοχής εξίσου και τα δύο σχετιζόμενα μέρη
- Τέλος, η αλληλοκεντρική ή ομοκεντρική διάσταση της επικοινωνίας είναι αυτή που αφορά την ίδια τη σχέση μεταξύ των προσώπων που επικοινωνούν, μέσα από την οποία ικανοποιούνται με αμοιβαιότητα οι ανάγκες όλων των συμμετεχόντων. (@enne.gr)
Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αλληλοκεντρικός
|