αμφιμονοσήμαντος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]αμφιμονοσήμαντος, -η, -ο
- (μαθηματικά, γλωσσολογία) του οποίου τα στοιχεία αντιστοιχούν, το καθένα, μόνο με ένα στοιχείο άλλου συνόλου και αντίστροφα