διαπολιτισμικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- διαπολιτισμικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
[επεξεργασία]διαπολιτισμικός -ή -ό
- που αναφέρεται στις σχέσεις μεταξύ πολιτισμών
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] διαπολιτισμικός