εὐφεγγής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
εὐφεγγής, -ής, -ές
- φωτεινός, λαμπρός
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας Βακχυλίδης, Επίνικοι, 9.29, @scaife.perseus
- νυκτὸς διχομήνιδος εὐφεγγὴς σελάνα·
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Πέρσαι, στίχ. 387 (386-389)
- ἐπεί γε μέντοι λευκόπωλος ἡμέρα | πᾶσαν κατέσχε γαῖαν εὐφεγγὴς ἰδεῖν, | πρῶτον μὲν † ἠχῇ κέλαδος Ἑλλήνων πάρα | μολπηδὸν εὐφήμησεν,
- όταν όμως με τ᾽ άσπρα τ᾽ άτια της η μέρα | φωτοπλημμύριστη άπλωσε σ᾽ όλο τον κόσμο, | μια πρώτ᾽ ακούστηκε απ᾽ το μέρος των Ελλήνων | βουή τραγουδιστά με ήχο φαιδρό να βγαίνει
- Μετάφραση (1930): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Εστία @greek‑language.gr
- ἐπεί γε μέντοι λευκόπωλος ἡμέρα | πᾶσαν κατέσχε γαῖαν εὐφεγγὴς ἰδεῖν, | πρῶτον μὲν † ἠχῇ κέλαδος Ἑλλήνων πάρα | μολπηδὸν εὐφήμησεν,
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Ἠθικά Τῶν ἑπτὰ σοφῶν συμπόσιον, 161e (161e-161f)
- ἅμα δὲ καθορῶν τὸν οὐρανὸν ἀστέρων περίπλεων καὶ τὴν σελήνην ἀνίσχουσαν εὐφεγγῆ καὶ καθαράν, ἑστώσης δὲ πάντῃ τῆς θαλάττης ἀκύμονος ὥσπερ τρίβον ἀνασχιζόμενον τῷ δρόμῳ, διανοεῖσθαι πρὸς αὑτὸν ὡς οὐκ ἔστιν εἷς ὁ τῆς Δίκης ὀφθαλμός, ἀλλὰ πᾶσι τούτοις ἐπισκοπεῖ κύκλῳ ὁ θεὸς τὰ πραττόμενα περὶ γῆν τε καὶ θάλατταν.
- Βλέποντας την ίδια στιγμή τον ουρανό γεμάτο από αστέρια, το φεγγάρι να ανατέλλει λαμπερό και καθαρό, και ενώ η θάλασσα έμενε ακύμαντη σε όλη της την έκταση, ένας δρόμος να ανοίγεται για την πορεία τους, σκεφτόταν μέσα του ότι το μάτι της Δικαιοσύνης δεν είναι μόνο ένα, αλλ᾽ ότι με όλα αυτά τα μάτια του ο θεός βλέπει γύρω τριγύρω όλα όσα γίνονται σε στεριά και θάλασσα.
- Μετάφραση (2004), Δημήτριος Λυπουρλής, @greek‑language.gr
- ἅμα δὲ καθορῶν τὸν οὐρανὸν ἀστέρων περίπλεων καὶ τὴν σελήνην ἀνίσχουσαν εὐφεγγῆ καὶ καθαράν, ἑστώσης δὲ πάντῃ τῆς θαλάττης ἀκύμονος ὥσπερ τρίβον ἀνασχιζόμενον τῷ δρόμῳ, διανοεῖσθαι πρὸς αὑτὸν ὡς οὐκ ἔστιν εἷς ὁ τῆς Δίκης ὀφθαλμός, ἀλλὰ πᾶσι τούτοις ἐπισκοπεῖ κύκλῳ ὁ θεὸς τὰ πραττόμενα περὶ γῆν τε καὶ θάλατταν.
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας Βακχυλίδης, Επίνικοι, 9.29, @scaife.perseus
Συγγενικά[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- εὐφεγγής - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- εὐφεγγής - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Επίθετα με κλίση όπως το 'συνεχής' (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'συνεχής' (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις οξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Επίθετα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Αισχύλο (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Πλούταρχο (ελληνιστική κοινή)
- Λήμματα με παραθέματα (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)