μαλιοβράσι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μαλιοβράσι < μάλε βράσε < βάλε βράσε (κατά άλλη εκδοχή από αλβανική έκφραση σχετική με το θάνατο)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μαλιοβράσι ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]