πρίκουελ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πρίκουελ < αγγλική prequel < pre- + sequel < μέση γαλλική séquelle < λατινική sequela < sequor < πρωτοϊταλική *sekʷōr < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *sekʷ- (ακολουθώ)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈpri.ku.el/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πρί‐κου‐ελ

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πρίκουελ ουδέτερο άκλιτο

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • Prequel στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις[επεξεργασία]