υδατοδιαλυτός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- υδατοδιαλυτός < υδατο- + διαλυτός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική water-soluble)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /i.ða.to.ði.a.liˈtos/ & /i.ða.to.ðʝa.liˈtos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐δα‐το‐δι‐α‐λυ‐τός ή υ‐δα‐το‐δια‐λυ‐τός
Επίθετο
[επεξεργασία]υδατοδιαλυτός -ή -ό
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] υδατοδιαλυτός
|
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα υδατο- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)