υποπρόγραμμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]υποπρόγραμμα ουδέτερο
- (πληροφορική) αυτοτελές τμήμα ενός προγράμματος, πρόγραμμα που υπάγεται σε άλλο μεγαλύτερο ή εκτενέστερο
- (πληροφορική) συνάρτηση ή διαδικασία
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Υπερώνυμα
[επεξεργασία]πληροφορική:
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Ένα υποπρόγραμμα είναι δομικά πιο πλήρες και αυτόνομο από μία υπορουτίνα αν και σε κάποιες περιπτώσεις η διαφορά με την υπορουτίνα είναι μικρή ή ασαφής.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] υποπρόγραμμα