φωνοκινητικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- φωνοκινητικός < φωνή + κινητικός, (αντιδάνειο) γαλλική phonocinetique
Επίθετο
[επεξεργασία]φωνοκινητικός, -ή, -ό
- (ιατρική): αυτός/ή/ό που αναφέρεται σε κίνηση φωνητικών οργάνων
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] φωνοκινητικός
|