ἐρίφιον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἐρίφιον < υποκοριστικό του ἔριφος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ἐρίφιον ουδέτερο