aéroréfrigérant

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό aéroréfrigérant aéroréfrigérants
θηλυκό aéroréfrigérante aéroréfrigérantes

aéroréfrigérant (fr)

  1. αερόψυκτος


Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
aéroréfrigérant aéroréfrigérants

aéroréfrigérant (fr) αρσενικό

  1. πύργος θερμικού εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος