abscissa
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]abscissa < (λόγιο δάνειο) λατινική abscissa, θηλυκό του abscissus, εννοείται η λέξη linea
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]abscissa (en)
- (μαθηματικά) η τετμημένη
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]abscissa (la)