câlin

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό câlin câlins
θηλυκό câline câlines

câlin (fr) αρσενικό

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
câlin câlins

câlin (fr) αρσενικό

  1. το χάδι
  2. (ευφημισμός) η συνουσία

Συγγενικά[επεξεργασία]