morte

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

morte < θηλυκό του mort

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
morte mortes

morte (fr) θηλυκό

Ιντερλίνγκουα (ia)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

morte (ia)

Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

morte (it)