ĝisdati

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ĝisdati < gisdat- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα ĝisdati
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας ĝisdatas ĝisdatanta ĝisdatata
αόριστος ĝisdatis ĝisdatinta ĝisdatita
μέλλοντας ĝisdatos ĝisdatonta ĝisdatota
υποθετική ĝisdatus - -
προστακτική ĝisdatu - -

ĝisdati (eo)