Αχέπανς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αχέπανς < ΑΧΕΠΑ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Αχέπανς άκλιτο (και ΑΧΕΠΑΝΣ)
- άτομο μέλος του ΑΧΕΠΑ
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- αν και η λέξη προσδιορίζει το σύνολο των μελών στον προφορικό κυρίως λόγο χρησιμοποιείται καταχρηστικά και για μεμονωμένο άτομο σαν επιθετικός προσδιορισμός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αχέπανς
|