compte: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ r2.6.2) (Ρομπότ: Προσθήκη: pt:compte
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: sv:compte
Γραμμή 32: Γραμμή 32:
[[pt:compte]]
[[pt:compte]]
[[ru:compte]]
[[ru:compte]]
[[sv:compte]]
[[tr:compte]]
[[tr:compte]]
[[vi:compte]]
[[vi:compte]]

Αναθεώρηση της 08:26, 29 Μαρτίου 2011

Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

compte (fr), des comptes.

Ομόφωνα

le conte, le comte, il compte.

Il a fait les comptes : έκανε τους λογαριασμούς / τον λογαριασμό.

Il travaille pour le compte de X : δουλεύει για λογαριασμό του Χ.

Συγγενικά

compter, comptabilité