compte: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη az
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ar
Γραμμή 15: Γραμμή 15:
[[compter]], [[comptabilité]]
[[compter]], [[comptabilité]]


[[ar:compte]]
[[az:compte]]
[[az:compte]]
[[ca:compte]]
[[ca:compte]]

Αναθεώρηση της 16:48, 1 Ιουλίου 2016

Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

compte (fr), des comptes.

Ομόφωνα

le conte, le comte, il compte.

Il a fait les comptes : έκανε τους λογαριασμούς / τον λογαριασμό.

Il travaille pour le compte de X : δουλεύει για λογαριασμό του Χ.

Συγγενικά

compter, comptabilité