Θερμαῖος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Θερμαῖος < Θέρμη
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Θερμαῖος αρσενικό
- ἔπλεε ἀπιέμενος ἐς τὸν Θερμαῖον κόλπον (Ηρόδοτος, Ζ, 122)