Ιούδας ο Ισκαριώτης
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ιούδας ο Ισκαριώτης < ελληνιστική (3ου αιώνα) Ιούδας ο Ισκαριώτης (ο φέρων ίσκα, μαχαίρι)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ιούδας ο Ισκαριώτης
- (θρησκεία) ο Εβραίος μαθητής του Χριστού που τέλεσε την προδοσία και παράδοση του δασκάλου του έναντι τριάντα αργυρίων.
- σε αγιογραφίες του Μυστικού Δείπνου φέρεται πάντα στην άκρη κρατώντας στο χέρι του ένα πουγκί.
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- Ιούδας ο δυσσεβής
- Ιούδας ο δυσώνυμος, ή, δυσώνυμος Ισκαριώτης
- Ιούδας ο δούλος και δόλιος
- Ιούδας ο προδότης
Συγγενικά
[επεξεργασία]- κάψιμο του Ιούδα (έθιμο)
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- Ιούδα Ισκαριώτη
- α, ρε Ιούδα
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ιούδας ο Ισκαριώτης
|