ίντερσεξ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ίντερσεξ ουδέτερο άκλιτο
- άτομα τα οποία γεννιούνται με παραλλαγές στα φυλετικά χαρακτηριστικά τους (χρωμοσώματα, γονάδες ή γεννητικά όργανα) οι οποίες δεν παραπέμπουν στον κλασικό ορισμό των αρσενικών και των θηλυκών σωμάτων
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- ίντερσεξ στη Βικιπαίδεια