αδέκαστα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αδέκαστα < επίθετο αδέκαστος

Επίρρημα

[επεξεργασία]

αδέκαστα

  1. με τρόπο αδέκαστο
    ελπίζει να κριθεί αδέκαστα

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]