αναπτερώσετε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

αναπτερώσετε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αναπτερώνω
  2. θα αναπτερώσετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αναπτερώνω