αναψυχώνομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αναψυχώνομαι < παθητική φωνή του ρήματος αναψυχώ
Ρήμα[επεξεργασία]
αναψυχώνομαι
- ανεβάζω το ηθικό μου
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αναψυχώνομαι
|