αφυδρογονώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αφυδρογονώνω < από + υδρογονώνω

Ρήμα[επεξεργασία]

αφυδρογονώνω

  1. επιχειρώ αφυδρογόνωση
  2. (χημεία) αφαιρώ άτομα υδρογόνου από μιά χημική ένωση

Μεταφράσεις[επεξεργασία]