γλυκοκουβεντιάσει

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

γλυκοκουβεντιάσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος γλυκοκουβεντιάζω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος γλυκοκουβεντιάζω
  3. θα γλυκοκουβεντιάσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος γλυκοκουβεντιάζω