διαλυτικόν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]διαλυτικόν ουδέτερο
- (παρωχημένο) τα διαλυτικά (το σημείο γραφής)
- Το διαλυτικόν γράφομεν επί του ι και του υ ... [1]
διαλυτικόν ουδέτερο