διαπαιδαγωγήσει

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

διαπαιδαγωγήσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος διαπαιδαγωγώ
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος διαπαιδαγωγώ
  3. θα διαπαιδαγωγήσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος διαπαιδαγωγώ