εγκεφαλονωτιαίο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
εγκεφαλονωτιαίο
- εγκεφαλονωτιαίος, στην αιτιατική του ενικού
εγκεφαλονωτιαίο, ουδέτερο του εγκεφαλονωτιαίος
- στην ονομαστική του ενικού
- στην αιτιατική του ενικού
- στην κλητική του ενικού