ελεήσουν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

ελεήσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ελεώ
  2. θα ελεήσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ελεώ