εξωσυζυγικώς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εξωσυζυγικώς < εξωσυζυγικ(ός) + -ώς

Επίρρημα[επεξεργασία]

εξωσυζυγικώς

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]