καμασούτρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- καμασούτρα < < σανσκριτικά: कामसूत्र /kā́ma-sūtra/ < Kāma που είναι μια απ' τις τέσσερις αρχές της Ινδουιστικής ζωής και sūtra κλωστή ή συνεκτική γραμμή
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
καμασούτρα ουδέτερο άκλιτο
- το Κάμα Σούτρα
- (μεταφορικά) περιοδικό ή βιβλίο με στάσεις του σεξ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
καμασούτρα
|