καταγγείλετε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

καταγγείλετε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος καταγγέλλω
  2. θα καταγγείλετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος καταγγέλλω