κουρτέσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κουρτέσα < κουρτέσ(ης) + με κατάληξη -έσα < ιταλική cortese

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κουρτέσα θηλυκό

Σύνθετα[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]